- ἀποστυφελίζω
- ἀποστῠφελίζω,A drive away by force from,
τινά τινος Il.18.158
, AP 7.603 (Jul. Aegypt.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τινά τινος Il.18.158
, AP 7.603 (Jul. Aegypt.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
αποστυφελίζω — ἀποστυφελίζω (Α) απομακρύνω διά της βίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < απο * + στυφελίζω «κτυπώ κάτι με δύναμη, τραντάζω»] … Dictionary of Greek
ἀπεστυφέλιξαν — ἀποστυφελίζω drive away by force from aor ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεστυφέλιξε — ἀποστυφελίζω drive away by force from aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεστυφέλιξεν — ἀποστυφελίζω drive away by force from aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)